The Word Am I

Strong's Concor­dance

Strong's Concordance is a Bible Concordance created by James Strong and first published in 1890. For the concordance, Strong numbered every Hebrew or Greek root word which was found, for ease of reference. This numbering system is used with different translations in conjunction with Brown–Driver–Briggs (DBD), a Hebrew-English Lexicon of the Old Testament and A Greek-English Lexicon of the New Testament, translated by Thayer, Joseph Henry. (Wikipedia)
Greek Numbers 1000 – 1999
New Testament
1000 – 1099
βολή
bole
βολίζω
bolizo
βολίς
bolis
Βοόζ
Booz
βόρβορος
borboros
βοῤῥᾶς
borrhas
βόσκω
bosko
Βοσόρ
Bosor
βοτάνη
botane
βότρυς
botrus
βουλευτής
bouleutes
βουλεύω
bouleuo
βουλή
boule
βούλημα
boulema
βούλομαι
boulomai
βουνός
bounos
βοῦς
bous
βραβεῖον
brabeion
βραβεύω
brabeuo
βραδύνω
braduno
βραδυπλοέω
braduploeo
βραδύς
bradus
βραδύτης
bradutes
βραχίων
brachion
βραχύς
brachus
βρέφος
brephos
βρέχω
brecho
βροντή
bronte
βροχή
broche
βρόχος
brochos
βρυγμός
brugmos
βρύχω
brucho
βρύω
bruo
βρῶμα
broma
βρώσιμος
brosimos
βρῶσις
brosis
βυθίζω
buthizo
βυθός
buthos
βυρσεύς
burseus
βύσσινος
bussinos
βύσσος
bussos
βῶμος
bomos
γαββαθά
gabbatha
Γαβριήλ
Gabriel
γάγγραινα
gaggraina
Γάδ
Gad
Γαδαρηνός
Gadarenos
γάζα
gaza
Γάζα
Gaza
γαζοφυλάκιον
gazophulakion
Γάΐος
Gaios
γάλα
gala
Γαλάτης
Galates
Γαλατία
Galatia
Γαλατικός
Galatikos
γαλήνη
galene
Γαλιλαία
Galilaia
Γαλιλαῖος
Galilaios
Γαλλίων
Gallion
Γαμαλιήλ
Gamaliel
γαμέω
gameo
γαμίσκω
gamisko
γάμος
gamos
γάρ
gar
γαστήρ
gaster
γέ
ge
Γεδεών
Gedeon
γέεννα
geenna
Γεθσημανῆ
Gethsemane
γείτων
geiton
γελάω
gelao
γέλως
gelos
γεμίζω
gemizo
γέμω
gemo
γενεά
genea
γενεαλογέω
genealogeo
γενεαλογία
genealogia
γενέσια
genesia
γένεσις
genesis
γενετή
genete
γεννάω
gennao
γέννημα
gennema
Γεννησαρέτ
Gennesaret
γέννησις
gennesis
γεννητός
gennetos
γένος
genos
Γεργεσηνός
Gergesenos
γερουσία
gerousia
γέρων
geron
γεύομαι
geuomai
γεωργέω
georgeo
γεώργιον
georgion
γεωργός
georgos
γῆ
ge
γῆρας
geras
γηράσκω
gerasko
γίνομαι
ginomai
γινώσκω
ginosko
γλεῦκος
gleukos
γλυκύς
glukus
1100 – 1199
γλῶσσα
glossa
γλωσσόκομον
glossokomon
γναφεύς
gnapheus
γνήσιος
gnesios
γνησίως
gnesios
γνόφος
gnophos
γνώμη
gnome
γνωρίζω
gnorizo
γνῶσις
gnosis
γνώστης
gnostes
γνωστός
gnostos
γογγύζω
gogguzo
γογγυσμός
goggusmos
γογγυστής
goggustes
γόης
goes
Γολγοθᾶ
Golgotha
Γόμοῤῥα
Gomorrha
γόμος
gomos
γονεύς
goneus
γονύ
gonu
γονυπετέω
gonupeteo
γράμμα
gramma
γραμματεύς
grammateus
γραπτός
graptos
γραφή
graphe
γράφω
grapho
γραώδης
graodes
γρηγορεύω
gregoreuo
γυμνάζω
gumnazo
γυμνασία
gumnasia
γυμνητεύω
gumneteuo
γυμνός
gumnos
γυμνότης
gumnotes
γυναικάριον
gunaikarion
γυναικεῖος
gunaikeios
γυνή
gune
Γώγ
Gog
γωνία
gonia
Δαβίδ
Dabid
δαιμονίζομαι
daimonizomai
δαιμόνιον
daimonion
δαιμονιώδης
daimoniodes
δαίμων
daimon
δάκνω
dakno
δάκρυ δάκρυον
dakru dakruon
δακρύω
dakruo
δακτύλιος
daktulios
δάκτυλος
daktulos
Δαλμανουθά
Dalmanoutha
Δαλματία
Dalmatia
δαμάζω
damazo
δάμαλις
damalis
Δάμαρις
Damaris
Δαμασκηνός
Damaskenos
Δαμασκός
Damaskos
δανείζω
daneizo
δάνειον
daneion
δανειστής
daneistes
Δανιήλ
Daniel
δαπανάω
dapanao
δαπάνη
dapane
δέ
de
δέησις
deesis
δεῖ
dei
δεῖγμα
deigma
δειγματίζω
deigmatizo
δεικνύω
deiknuo
δειλία
deilia
δειλιάω
deiliao
δειλός
deilos
δεῖνα
deina
δεινῶς
deinos
δειπνέω
deipneo
δεῖπνον
deipnon
δεισιδαιμονέστερος
deisidaimonesteros
δεισιδαιμονία
deisidaimonia
δέκα
deka
δεκαδύο
dekaduo
δεκαπέντε
dekapente
Δεκάπολις
Dekapolis
δεκατέσσαρες
dekatessares
δεκάτη
dekate
δέκατος
dekatos
δεκατόω
dekatoo
δεκτός
dektos
δελεάζω
deleazo
δένδρον
dendron
δεξιολάβος
dexiolabos
δεξιός
dexios
δέομαι
deomai
Δερβαῖος
Derbaios
δέρβη
derbe
δέρμα
derma
δερμάτινος
dermatinos
δέρω
dero
δεσμεύω
desmeuo
δεσμέω
desmeo
δεσμή
desme
δέσμιος
desmios
δεσμόν δεσμός
desmon desmos
1200 – 1299
δεσμοφύλαξ
desmophulax
δεσμωτήριον
desmoterion
δεσμώτης
desmotes
δεσπότης
despotes
δεῦρο
deuro
δεῦτε
deute
δευτεραῖος
deuteraios
δευτερόπρωτος
deuteroprotos
δεύτερος
deuteros
δέχομαι
dechomai
δέω
deo
δή
de
δῆλος
delos
δηλόω
deloo
Δημᾶς
Demas
δημηγορέω
demegoreo
Δημήτριος
Demetrios
δημιουργός
demiourgos
δῆμος
demos
δημόσιος
demosios
δηνάριον
denarion
δήποτε
depote
δήπου
depou
διά
dia
διαβαίνω
diabaino
διαβάλλω
diaballo
διαβεβαιόομαι
diabebaioomai
διαβλέπω
diablepo
διάβολος
diabolos
διαγγέλλω
diaggello
διαγίνομαι
diaginomai
διαγινώσκω
diaginosko
διαγνωρίζω
diagnorizo
διάγνωσις
diagnosis
διαγογγύζω
diagogguzo
διαγρηγορέω
diagregoreo
διάγω
diago
διαδέχομαι
diadechomai
διάδημα
diadema
διαδίδωμι
diadidomi
διάδοχος
diadochos
διαζώννυμι
diazonnumi
διαθήκη
diatheke
διαίρεσις
diairesis
διαιρέω
diaireo
διακαθαρίζω
diakatharizo
διακατελέγχομαι
diakatelegchomai
διακονέω
diakoneo
διακονία
diakonia
διάκονος
diakonos
διακόσιοι
diakosioi
διακούομαι
diakouomai
διακρίνω
diakrino
διάκρισις
diakrisis
διακωλύω
diakoluo
διαλαλέω
dialaleo
διαλέγομαι
dialegomai
διαλείπω
dialeipo
διάλεκτος
dialektos
διαλλάσσω
diallasso
διαλογίζομαι
dialogizomai
διαλογισμός
dialogismos
διαλύω
dialuo
διαμαρτύρομαι
diamarturomai
διαμάχομαι
diamachomai
διαμένω
diameno
διαμερίζω
diamerizo
διαμερισμός
diamerismos
διανέμω
dianemo
διανεύω
dianeuo
διανόημα
dianoema
διάνοια
dianoia
διανοίγω
dianoigo
διανυκτερεύω
dianuktereuo
διανύω
dianuo
διαπαντός
diapantos
διαπεράω
diaperao
διαπλέω
diapleo
διαπονέω
diaponeo
διαπορεύομαι
diaporeuomai
διαπορέω
diaporeo
διαπραγματεύομαι
diapragmateuomai
διαπρίω
diaprio
διαρπάζω
diarpazo
διαῤῥήσσω
diarrhesso
διασαφέω
diasapheo
διασείω
diaseio
διασκορπίζω
diaskorpizo
δεασπάω
deaspao
διασπείρω
diaspeiro
διασπορά
diaspora
διαστέλλομαι
diastellomai
διάστημα
diastema
διαστολή
diastole
διαστρέφω
diastrepho
διασώζω
diasozo
διαταγή
diatage
διάταγμα
diatagma
διαταράσσω
diatarasso
διατάσσω
diatasso
1300 – 1399
διατελέω
diateleo
διατηρέω
diatereo
διατί
diati
διατίθεμαι
diatithemai
διατρίβω
diatribo
διατροφή
diatrophe
διαυγάζω
diaugazo
διαφανής
diaphanes
διαφέρω
diaphero
διαφεύγω
diapheugo
διαφημίζω
diaphemizo
διαφθείρω
diaphtheiro
διαφθορά
diaphthora
διάφορος
diaphoros
διαφυλάσσω
diaphulasso
διαχειρίζομαι
diacheirizomai
διαχωρίζομαι
diachorizomai
διδακτικός
didaktikos
διδακτός
didaktos
διδασκαλία
didaskalia
διδάσκαλος
didaskalos
διδάσκω
didasko
διδαχή
didache
δίδραχμον
didrachmon
Δίδυμος
Didumos
δίδωμι
didomi
διεγείρω
diegeiro
διέξοδος
diexodos
διερμηνευτής
diermeneutes
διερμηνεύω
diermeneuo
διέρχομαι
dierchomai
διερωτάω
dierotao
διετής
dietes
διετία
dietia
διηγέομαι
diegeomai
διήγεσις
diegesis
διηνεκές
dienekes
διθάλασσος
dithalassos
διΐκνέομαι
diikneomai
διΐ́στημε
diisteme
διΐσχυρίζομαι
diischurizomai
δικαιοκρισία
dikaiokrisia
δίκαιος
dikaios
δικαιοσύνη
dikaiosune
δικαιόω
dikaioo
δικαίωμα
dikaioma
δικαίως
dikaios
δικαίωσις
dikaiosis
δικαστής
dikastes
δίκη
dike
δίκτυον
diktuon
δίλογος
dilogos
διό
dio
διοδεύω
diodeuo
Διονύσιος
Dionusios
διόπερ
dioper
διοπετής
diopetes
διόρθωσις
diorthosis
διορύσσω
diorusso
Διόσκουροι
Dioskouroi
διότι
dioti
Διοτρεφής
Diotrephes
διπλοῦς
diplous
διπλόω
diploo
δίς
dis
διστάζω
distazo
δίστομος
distomos
δισχίλιοι
dischilioi
διῦλίζω
diulizo
διχάζω
dichazo
διχοστασία
dichostasia
διχοτομέω
dichotomeo
διψάω
dipsao
δίψος
dipsos
δίψυχος
dipsuchos
διωγμός
diogmos
διώκτης
dioktes
διώκω
dioko
δόγμα
dogma
δογματίζω
dogmatizo
δοκέω
dokeo
δοκιμάζω
dokimazo
δοκιμή
dokime
δοκίμιον
dokimion
δόκιμος
dokimos
δοκός
dokos
δόλιος
dolios
δολιόω
dolioo
δόλος
dolos
δολόω
doloo
δόμα
doma
δόξα
doxa
δοξάζω
doxazo
Δορκάς
Dorkas
δόσις
dosis
δότης
dotes
δουλαγωγέω
doulagogeo
δουλεία
douleia
δουλεύω
douleuo
δούλη
doule
1400 – 1499
δοῦλον
doulon
δοῦλος
doulos
δουλόω
douloo
δοχή
doche
δράκων
drakon
δράσσομαι
drassomai
δραχμή
drachme
δρέπανον
drepanon
δρόμος
dromos
Δρούσιλλα
Drousilla
δύναμαι
dunamai
δύναμις
dunamis
δυναμόω
dunamoo
δυνάστης
dunastes
δυνατέω
dunateo
δυνατός
dunatos
δύνω δῦμι
duno dumi
δύο
duo
δυς
dus
δυσβάστακτος
dusbastaktos
δυσεντερία
dusenteria
δυσερμήνευτος
dusermeneutos
δύσκολος
duskolos
δυσκόλως
duskolos
δυσμή
dusme
δυσνόητος
dusnoetos
δυσφημία
dusphemia
δώδεκα
dodeka
δωδέκατος
dodekatos
δωδεκάφυλον
dodekaphulon
δῶμα
doma
δωρεά
dorea
δωρεάν
dorean
δωρέομαι
doreomai
δώρημα
dorema
δῶρον
doron
ἔα
ea
ἐάν
ean
ἑαυτοῦ
heautou
ἐάω
eao
ἑβδομήκοντα
hebdomekonta
ἑβδομηκοντακίς
hebdomekontakis
ἕβδομος
hebdomos
Ἐβέρ
Eber
Ἑβραΐκός
Hebraikos
Ἑβραῖος
Hebraios
Ἑβραΐ́ς
Hebrais
Ἑβραΐστί
Hebraisti
ἐγγίζω
eggizo
ἐγγράφω
eggrapho
ἔγγυος
egguos
ἐγγύς
eggus
ἐγγύτερον
egguteron
ἐγείρω
egeiro
ἔγερσις
egersis
ἐγκάθετος
egkathetos
ἐγκαίνια
egkainia
ἐγκαινίζω
egkainizo
ἐγκαλέω
egkaleo
ἐγκαταλείπω
egkataleipo
ἐγκατοικέω
egkatoikeo
ἐγκεντρίζω
egkentrizo
ἔγκλημα
egklema
ἐγκομβόομαι
egkomboomai
ἐγκοπή
egkope
ἐγκόπτω
egkopto
ἐγκράτεια
egkrateia
ἐγκρατεύομαι
egkrateuomai
ἐγκρατής
egkrates
ἐγκρίνω
egkrino
ἐγκρύπτω
egkrupto
ἔγκυος
egkuos
ἐγκρίω
egchrio
ἐγώ
ego
ἐδαφίζω
edaphizo
ἔδαφος
edaphos
ἑδραῖος
hedraios
ἑδραίωμα
hedraioma
Ἐζεκίας
Ezekias
ἐθελοθρησκεία
ethelothreskeia
ἐθίζω
ethizo
ἐθνάρχης
ethnarches
ἐθνικός
ethnikos
ἐθνικῶς
ethnikos
ἔθνος
ethnos
ἔθος
ethos
ἔθω
etho
εἰ
ei
εἶ
ei
εἴγε
eige
εἰδὲμή(γε)
ei de me(ge)
εἶδος
eidos
εἴδω
eido
εἰδωλεῖον
eidoleion
εἰδωλόθυτον
eidolothuton
εἰδωλολατρεία
eidololatreia
εἰδωλολάτρης
eidololatres
εἴδωλον
eidolon
εἴην
eien
εἰκαί
ei kai
1500 – 1599
εἰκῆ
eike
εἴκοσι
eikosi
εἴκω
eiko
εἴκω
eiko
εἰκών
eikon
εἰλικρίνεια
eilikrineia
εἰλικρινής
eilikrines
εἱλίσσω
heilisso
έἰμή
ei me
εἰμήτι
ei me ti
εἰμί
eimi
εἶναι
einai
εἴπερ
ei per
εἴπως
ei pos
εἰρηνεύω
eireneuo
εἰρήνη
eirene
εἰρηνικός
eirenikos
εἰρηνοποιέω
eirenopoieo
εἰρηνοποιός
eirenopoios
εἰς
eis
εἷς
heis
εἰσάγω
eisago
εἰσακούω
eisakouo
εἰσδέχομαι
eisdechomai
εἴσειμι
eiseimi
εἰσέρχομαι
eiserchomai
εἰσί
eisi
εἷς καθ εἷς
heis kath heis
εἰσκαλέω
eiskaleo
εἴσοδος
eisodos
εἰσπηδάω
eispedao
εἰσπορεύομαι
eisporeuomai
εἰστρέχω
eistrecho
εἰσφέρω
eisphero
εἶτα
eita
εἴτε
eite
εἴτις
ei tis
ἐκ ἐξ
ek ex
ἕκαστος
hekastos
ἑκάστοτε
hekastote
ἑκατόν
hekaton
ἑκατονταέτης
hekatontaetes
ἑκατονταπλασίων
hekatontaplasion
ἑκατοντάρχης ἑκατοντάρχος
hekatontarches hekatontarchos
ἐκβάλλω
ekballo
ἔκβασις
ekbasis
ἐκβολή
ekbole
ἐκγαμίζω
ekgamizo
ἐκγαμίσκω
ekgamisko
ἔκγονον
ekgonon
ἐκδαπανάω
ekdapanao
ἐκδέχομαι
ekdechomai
ἔκδηλος
ekdelos
ἐκδημέω
ekdemeo
ἐκδίδωμι
ekdidomi
ἐκδιηγέομαι
ekdiegeomai
ἐκδικέω
ekdikeo
ἐκδίκησις
ekdikesis
ἔκδικος
ekdikos
ἐκδιώκω
ekdioko
ἔκδοτος
ekdotos
ἐκδοχή
ekdoche
ἐκδύω
ekduo
ἐκεῖ
ekei
ἐκεῖθεν
ekeithen
ἐκεῖνος
ekeinos
ἐκεῖσε
ekeise
ἐκζητέω
ekzeteo
ἐκθαμβέω
ekthambeo
ἔκθαμβος
ekthambos
ἔκθετος
ekthetos
ἐκκαθαίρω
ekkathairo
ἐκκαίω
ekkaio
ἐκκακέω
ekkakeo
ἐκκεντέω
ekkenteo
ἐκκλάω
ekklao
ἐκκλείω
ekkleio
ἐκκλησία
ekklesia
ἐκκλίνω
ekklino
ἐκκολυμβάω
ekkolumbao
ἐκκομίζω
ekkomizo
ἐκκόπτω
ekkopto
ἐκκρέμαμαι
ekkremamai
ἐκλαλέω
eklaleo
ἐκλάμπω
eklampo
ἐκλανθάνομαι
eklanthanomai
ἐκλέγομαι
eklegomai
ἐκλείπω
ekleipo
ἐκλεκτός
eklektos
ἐκλογή
ekloge
ἐκλύω
ekluo
ἐκμάσσω
ekmasso
ἐκμυκτερίζω
ekmukterizo
ἐκνεύω
ekneuo
ἐκνήφω
eknepho
ἑκούσιον
hekousion
ἑκουσίως
hekousios
ἔκπαλαι
ekpalai
ἐκπειράζω
ekpeirazo
ἐκπέμπω
ekpempo
1600 – 1699
ἐκπετάννυμι
ekpetannumi
ἐκπίπτω
ekpipto
ἐκπλέω
ekpleo
ἐκπληρόω
ekpleroo
ἐκπλήρωσις
ekplerosis
ἐκπλήσσω
ekplesso
ἐκπνέω
ekpneo
ἐκπορεύομαι
ekporeuomai
ἐκπορνεύω
ekporneuo
ἐκπτύω
ekptuo
ἐκριζόω
ekrizoo
ἔκστασις
ekstasis
ἐκστρέφω
ekstrepho
ἐκταράσσω
ektarasso
ἐκτείνω
ekteino
ἐκτελέω
ekteleo
ἐκτένεια
ekteneia
ἐκτενέστερον
ektenesteron
ἐκτενής
ektenes
ἐκτενῶς
ektenos
ἐκτίθημι
ektithemi
ἐκτινάσσω
ektinasso
ἐκτός
ektos
ἕκτος
hektos
ἐκτρέπω
ektrepo
ἐκτρέφω
ektrepho
ἔκτρωμα
ektroma
ἐκφέρω
ekphero
ἐκφεύγω
ekpheugo
ἐκφοβέω
ekphobeo
ἔκφοβος
ekphobos
ἐκφύω
ekphuo
ἐκχέω ἐκχύνω
ekcheo ekchuno
ἐκχωρέω
ekchoreo
ἐκψύχω
ekpsucho
ἑκών
hekon
ἐλαία
elaia
ἔλαιον
elaion
ἐλαιών
elaion
Ἐλαμίτης
Elamites
ἐλάσσων ἐλάττων
elasson elatton
ἐλαττονέω
elattoneo
ἐλαττόω
elattoo
ἐλαύνω
elauno
ἐλαφρία
elaphria
ἐλαφρός
elaphros
ἐλάχιστος
elachistos
ἐλαχιστότερος
elachistoteros
Ἐλεάζαρ
Eleazar
ἔλεγξις
elegxis
ἔλεγχος
elegchos
ἐλέγχω
elegcho
ἐλεεινός
eleeinos
ἐλεέω
eleeo
ἐλεημοσύνη
eleemosune
ἐλεήμων
eleemon
ἔλεος
eleos
ἐλευθερία
eleutheria
ἐλεύθερος
eleutheros
ἐλευθερόω
eleutheroo
ἔλευσις
eleusis
ἐλεφάντινος
elephantinos
Ἐλιακείμ
Eliakeim
Ἐλιέζερ
Eliezer
Ἐλιούδ
Elioud
Ἐλισάβετ
Elisabet
Ἐλισσαῖος
Elissaios
ἑλίσσω
helisso
ἕλκος
helkos
ἑλκόω
helkoo
ἑλκύω ἕλκω
helkuo helko
Ἑλλάς
Hellas
Ἕλλην
Hellen
Ἑλληνικός
Hellenikos
Ἑλληνίς
Hellenis
Ἑλληνιστής
Hellenistes
Ἑλληνιστί
Hellenisti
ἐλλογέω
ellogeo
Ἐλμωδάμ
Elmodam
ἐλπίζω
elpizo
ἐλπίς
elpis
Ἐλύμας
Elumas
ἐλοΐ́
eloi
ἐμαυτοῦ ἐμαυτῷ ἐμαυτόν
emautou emauto emauton
ἐμβαίνω
embaino
ἐμβάλλω
emballo
ἐμβάπτω
embapto
ἐμβατεύω
embateuo
ἐμβιβάζω
embibazo
ἐμβλέπω
emblepo
ἐμβριμάομαι
embrimaomai
ἐμέ
eme
ἐμέω
emeo
ἐμμαίνομαι
emmainomai
Ἐμμανουήλ
Emmanouel
Ἐμμαούς
Emmaous
ἐμμένω
emmeno
Ἐμμόρ
Emmor
ἐμοί
emoi
ἐμός
emos
1700 – 1799
ἐμοῦ
emou
ἐμπαιγμός
empaigmos
ἐμπαίζω
empaizo
ἐμπαίκτης
empaiktes
ἐμπεριπατέω
emperipateo
ἐμπίπλημι ἐμπλήθω
empiplemi empletho
ἐμπίπτω
empipto
ἐμπλέκω
empleko
ἐμπλοκή
emploke
ἐμπνέω
empneo
ἐμπορεύομαι
emporeuomai
ἐμπορία
emporia
ἐμπόριον
emporion
ἔμπορος
emporos
ἐμπρήθω
empretho
ἔμπροσθεν
emprosthen
ἐμπτύω
emptuo
ἐμφανής
emphanes
ἐμφανίζω
emphanizo
ἔμφοβος
emphobos
ἐμφυσάω
emphusao
ἔμφυτος
emphutos
ἐν
en
ἐναγκαλίζομαι
enagkalizomai
ἐνάλιος
enalios
ἔναντι
enanti
ἐναντίον
enantion
ἐναντίος
enantios
ἐνάρχομαι
enarchomai
ἐνδεής
endees
ἔνδειγμα
endeigma
ἐνδείκνυμι
endeiknumi
ἔνδειξις
endeixis
ἕνδεκα
hendeka
ἕνδεκατος
hendekatos
ἐνδέχεται
endechetai
ἐνδημέω
endemeo
ἐνδιδύσκω
endidusko
ἐνδικος
endikos
ἐνδόμησις
endomesis
ἐνδοξάζω
endoxazo
ἔνδοξος
endoxos
ἔνδυμα
enduma
ἐνδυναμόω
endunamoo
ἐνδύνω
enduno
ἔνδυσις
endusis
ἐνδύω
enduo
ἐνέδρα
enedra
ἐνεδρεύω
enedreuo
ἔνεδρον
enedron
ἐνειλέω
eneileo
ἔνειμι
eneimi
ἕνεκα ἕνεκεν εἵνεκεν
heneka heneken heineken
ἐνέργεια
energeia
ἐνεργέω
energeo
ἐνέργημα
energema
ἐνεργής
energes
ἐνευλογέω
eneulogeo
ἐνέχω
enecho
ἐνθάδε
enthade
ἐνθυμέομαι
enthumeomai
ἐνθύμησις
enthumesis
ἔνι
eni
ἐνιαυτός
eniautos
ἐνίστημι
enistemi
ἐνισχύω
enischuo
ἔννατος
ennatos
ἐννέα
ennea
ἐννενηκονταεννέα
ennenekontaennea
ἐννεός
enneos
ἐννεύω
enneuo
ἔννοια
ennoia
ἔννομος
ennomos
ἔννυχον
ennuchon
ἐνοικέω
enoikeo
ἑνότης
henotes
ἐνοχλέω
enochleo
ἔνοχος
enochos
ἔνταλμα
entalma
ἐνταφιάζω
entaphiazo
ἐνταφιασμός
entaphiasmos
ἐντέλλομαι
entellomai
ἐντεύθεν
enteuthen
ἔντευξις
enteuxis
ἔντιμος
entimos
ἐντολή
entole
ἐντόπιος
entopios
ἐντός
entos
ἐντρέπω
entrepo
ἐντρέφω
entrepho
ἔντρομος
entromos
ἐντροπή
entrope
ἐντρυφάω
entruphao
ἐντυγχάνω
entugchano
ἐντυλίσσω
entulisso
ἐντυπόω
entupoo
ἐνυβρίζω
enubrizo
ἐνυπνιάζομαι
enupniazomai
ἐνύπνιον
enupnion
ἐνώπιον
enopion
1800 – 1899
Ἐνώς
Enos
ἐνωτίζομαι
enotizomai
Ἐνώχ
Enoch
ἕξ
hex
ἐξαγγέλλω
exaggello
ἐξαγοράζω
exagorazo
ἐξάγω
exago
ἐξαιρέω
exaireo
ἐξαίρω
exairo
ἐξαιτέομαι
exaiteomai
ἐξαίφνης
exaiphnes
ἐξακολουθέω
exakoloutheo
ἑξακόσιοι
hexakosioi
ἐξαλείφω
exaleipho
ἐξάλλομαι
exallomai
ἐξανάστασις
exanastasis
ἐξανατέλλω
exanatello
ἐξανίστημι
exanistemi
ἐξαπατάω
exapatao
ἐξάπινα
exapina
ἐξαπορέομαι
exaporeomai
ἐξαποστέλλω
exapostello
ἐξαρτίζω
exartizo
ἐξαστράπτω
exastrapto
ἐξαύτης
exautes
ἐξεγείρω
exegeiro
ἔξειμι
exeimi
ἐξελέγχω
exelegcho
ἐξέλκω
exelko
ἐξέραμα
exerama
ἐξερευνάω
exereunao
ἐξέρχομαι
exerchomai
ἔξεστι
exesti
ἐξετάζω
exetazo
ἐξηγέομαι
exegeomai
ἑξήκοντα
hexekonta
ἑξῆς
hexes
ἐξηχέομαι
execheomai
ἕξις
hexis
ἐξίστημι
existemi
ἐξισχύω
exischuo
ἔξοδος
exodos
ἐξολοθρεύω
exolothreuo
ἐξομολογέω
exomologeo
ἐξορκίζω
exorkizo
ἐξορκιστής
exorkistes
ἐξορύσσω
exorusso
ἐξουδενόω
exoudenoo
ἐξουθενέω
exoutheneo
ἐξουσία
exousia
ἐξουσιάζω
exousiazo
ἐξοχή
exoche
ἐξυπνίζω
exupnizo
ἔζυπνος
exupnos
ἔξω
exo
ἔξωθεν
exothen
ἐξωθέω ἐξώθω
exotheo exotho
ἐξώτερος
exoteros
ἑορτάζω
heortazo
ἑορτή
heorte
ἐπαγγελία
epaggelia
ἐπαγγέλλω
epaggello
ἐπάγγελμα
epaggelma
ἐπάγω
epago
ἐπαγωνίζομαι
epagonizomai
ἐπαθροίζω
epathroizo
Ἐπαίνετος
Epainetos
ἐπαινέω
epaineo
ἔπαινος
epainos
ἐπαίρω
epairo
ἐπαισχύνομαι
epaischunomai
ἐπαιτέω
epaiteo
ἐπακολουθέω
epakoloutheo
ἐπακούω
epakouo
ἐπακροάομαι
epakroaomai
ἐπάν
epan
ἐπάναγκες
epanagkes
επανάγω
epanago
ἐπαναμιμνήσκω
epanamimnesko
ἐπαναπαύομαι
epanapauomai
ἐπανέρχομαι
epanerchomai
ἐπανίσταμαι
epanistamai
ἐπανόρθωσις
epanorthosis
ἐπάνω
epano
ἐπαρκέω
eparkeo
ἐπαρχία
eparchia
ἔπαυλις
epaulis
ἐπαύριον
epaurion
ἐπαυτοφώρῳ
epautophoro
Ἐπαφρᾶς
Epaphras
ἐπαφρίζω
epaphrizo
Ἐπαφρόδιτος
Epaphroditos
ἐπεγείρω
epegeiro
ἐπεί
epei
ἐπειδή
epeide
ἐπειδήπερ
epeideper
ἐπεῖδον
epeidon
ἐπείπερ
epeiper
ἐπεισαγωγή
epeisagoge
ἔπειτα
epeita
1900 – 1999
ἐπέκεινα
epekeina
ἐπεκτείνομαι
epekteinomai
ἐπενδύομαι
ependuomai
ἐπενδύτης
ependutes
ἐπέρχομαι
eperchomai
ἐπερωτάω
eperotao
ἐπερώτημα
eperotema
ἐπέχω
epecho
ἐπηρεάζω
epereazo
ἐπί
epi
ἐπιβαίνω
epibaino
ἐπιβάλλω
epiballo
ἐπιβαρέω
epibareo
ἐπιβιβάζω
epibibazo
ἐπιβλέπω
epiblepo
ἐπίβλημα
epiblema
ἐπιβοάω
epiboao
ἐπιβουλή
epiboule
ἐπιγαμβρεύω
epigambreuo
ἐπίγειος
epigeios
ἐπιγίνομαι
epiginomai
ἐπιγινώσκω
epiginosko
ἐπίγνωσις
epignosis
ἐπιγραφή
epigraphe
ἐπιγράφω
epigrapho
ἐπιδείκνυμι
epideiknumi
ἐπιδέχομαι
epidechomai
ἐπιδημέω
epidemeo
ἐπιδιατάσσομαι
epidiatassomai
ἐπιδίδωμι
epididomi
ἐπιδιορθόω
epidiorthoo
ἐπιδύω
epiduo
ἐπιείκεια
epieikeia
ἐπιεικής
epieikes
ἐπιζητέω
epizeteo
ἐπιθανάτιος
epithanatios
ἐπίθεσις
epithesis
ἐπιθυμέω
epithumeo
ἐπιθυμητής
epithumetes
ἐπιθυμία
epithumia
ἐπικαθίζω
epikathizo
ἐπικαλέομαι
epikaleomai
ἐπικάλυμα
epikaluma
ἐπικαλύπτω
epikalupto
ἐπικατάρατος
epikataratos
ἐπίκειμαι
epikeimai
Ἐπικούρειος
Epikoureios
ἐπικουρία
epikouria
ἐπικρίνω
epikrino
ἐπιλαμβάνομαι
epilambanomai
ἐπιλανθάνομαι
epilanthanomai
ἐπιλέγομαι
epilegomai
ἐπιλείπω
epileipo
ἐπιλησμονή
epilesmone
ἐπίλοιπος
epiloipos
ἐπίλυσις
epilusis
ἐπιλύω
epiluo
ἐπιμαρτυρέω
epimartureo
ἐπιμέλεια
epimeleia
ἐπιμελέομαι
epimeleomai
ἐπιμελῶς
epimelos
ἐπιμένω
epimeno
ἐπινεύω
epineuo
ἐπίνοια
epinoia
ἐπιορκέω
epiorkeo
ἐπίορκος
epiorkos
ἐπιοῦσα
epiousa
ἐπιούσιος
epiousios
ἐπιπίπτω
epipipto
ἐπιπλήσσω
epiplesso
ἐπιπνίγω
epipnigo
ἐπιποθέω
epipotheo
ἐπιπόθησις
epipothesis
ἐπιπόθητος
epipothetos
ἐπιποθία
epipothia
ἐπιπορεύομαι
epiporeuomai
ἐπιῤῥάπτω
epirrhapto
ἐπιῤῥίπτω
epirrhipto
ἐπίσημος
episemos
ἐπισιτισμός
episitismos
ἐπισκέπτομαι
episkeptomai
ἐπισκηνόω
episkenoo
ἐπισκιάζω
episkiazo
ἐπισκοπέω
episkopeo
ἐπισκοπή
episkope
ἐπίσκοπος
episkopos
ἐπισπάομαι
epispaomai
ἐπίσταμαι
epistamai
ἐπιστάτης
epistates
ἐπιστέλλω
epistello
ἐπιστήμων
epistemon
ἐπιστηρίζω
episterizo
ἐπιστολή
epistole
ἐπιστομίζω
epistomizo
ἐπιστρέφω
epistrepho
ἐπιστροφή
epistrophe
ἐπισυνάγω
episunago
ἐπισυναγωγή
episunagoge
ἐπισυντρέχω
episuntrecho
ἐπισύστασις
episustasis